Οι ψησταριές στήνονται και κάθε περιοχή εφαρμόζει τα δικά της ήθη και έθιμα για τους εορτασμούς.
Αν και οι Έλληνες το θεωρούμε καθαρά δικό μας έθιμο, το «τσίκνισμα» της Τσικνοπέμπτης, δηλαδή η συνήθειά μας να ενδίδουμε σε κρεατοφαγικές «ατασθαλίες», δεν είναι αποκλειστικά ελληνική υπόθεση. Πόσοι για παράδειγμα γνωρίζετε ότι παραλλαγή του εθίμου συναντούμε και στη Γαλλία και στη Γερμανία;
Οι Γερμανοί λοιπόν γιορτάζουν αντίστοιχα την Weiberfastnacht, οι Γάλλοι τη Mardi Gras (Fat Tuesday), οι Ιταλοί έχουν την Giovedi Grasso τους, ενώ στην Ισπανία η αντίστοιχη ημέρα με τη δική μας Τσικνοπέμπτη, είναι η Jueves Lardero. Η παράδοση συνεχίζεται φυσικά και σε άλλα κράτη με χριστιανικούς πληθυσμούς, όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία.
Ας επιστρέψουμε όμως στη δική μας Τσικνοπέμπτη, που είναι η Πέμπτη της δεύτερης εβδομάδας του Τριωδίου.
Οι τρεις εβδομάδες των Αποκριών είναι η Προφωνή, η Κρεατινή και η Τυροφάγος. Κατά την Κρεατινή εβδομάδα, και αναμένοντας τη νηστεία της Σαρακοστής, η ορθόδοξη παράδοση, σεβόμενη τις νηστείες της Τετάρτης και της Παρασκευής, τοποθέτησε ανάμεσά τους, την Πέμπτη δηλαδή, μια ημέρα εκτόνωσης με «τσίκνισμα» και κραιπάλη.
Γιατί λέγεται Τσικνοπέμπτη ή…Τσικνοπέφτη; Γιατί αυτήν την Πέμπτη, σύμφωνα με την παράδοση, σε πολλά μέρη της Ελλάδας, έλιωναν το λίπος από τα χοιρινά, ενώ παρέες συγκεντρώνονταν στα σπίτια για να ψήσουν κρέας, να το τσικνίσουν δηλαδή. Η διάχυτη μυρωδιά της τσίκνας σε όσα σπίτια είχαν την οικονομική δυνατότητα να αγοράσουν κρέας, οδήγησε στο να ονομαστεί Τσικνο-Πέμπτη.
Η προέλευση του εθίμου μάλλον ανάγεται στις βακχικές γιορτές των αρχαίων Ελλήνων αλλά και των Ρωμαίων, που επιβίωσαν με παραλλαγές μέχρι και τα χριστιανικά χρόνια. Η πολυφαγία και πολυπιοτία, χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης ημέρας, θυμίζουν πρακτικές που σχετίζονται με την ευφορία της γης και που, όταν συνδυάζονται με την χριστιανική παράδοση, σημαίνουν την προετοιμασία για τη σαρανταήμερη νηστεία (Σαρακοστή) πριν το Πάσχα.
Εκτός από την κρεοφαγία τη συγκεκριμένη ημέρα σε πολλά μέρη της Ελλάδας συνηθίζεται να προσφέρεται ως γλυκό το γαλακτομπούρεκο και η γλυκιά κολοκυθόπιτα (κουγκουλούαρι τη λένε οι Αρβανίτες) αλλά και ο μπακλαβάς στη βόρεια Ελλάδα.
Κάθε τόπος φυσικά, ανέπτυξε τα δικά του ιδιαίτερα έθιμα.
Στη Θήβα, την Τσικνοπέμπτη ξεκινά ο «βλάχικος» γάμος, που περιλαμβάνει το προξενιό, συνεχίζεται με τον γάμο και ολοκληρώνεται με το γλέντι και την «επίδοση» των προικιών της νύφης, την Καθαρή Δευτέρα.
Θεσσαλονίκη. Το γλέντι απλώνετε σε όλο το κέντρο της Θεσσαλονίκης. Οι σχάρες ψήνουν εκατοντάδες σουβλάκια και οι ταβέρνες είναι όλες γεμάτες από νωρίς το μεσημέρι. Στα Λαδάδικα οι πρώτοι χοροί, ξεκινούν από το πρωί σε ένα κλασικό και πολυαγαπημένο σκηνικό Τσικνοπέμπτης.
Οι Πατρινιοί, στήνουν ψησταριές ακόμη και στα πεζοδρόμια, έξω από τα μαγαζιά τους, και αναβιώνουν το δρώμενο του γάμου «Της Γιαννούλας της Κουλουρούς». Η Γιαννούλα ήταν υπαρκτό πρόσωπο, που έζησε πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και πουλούσε κουλούρια για να ζήσει. Αγράμματη καθώς ήταν, πίστευε τους συμπολίτες της που της έταζαν να την παντρέψουν με τον Πρόεδρο της Αμερικής Ουίλσον (Ιούλσο, όπως τον πρόφερε η ίδια)!
Έτσι στηνόταν μια ολόκληρη φάρσα, ο υποτιθέμενος Ουίλσον, ο γαμπρός, ερχόταν με πλοίο στο λιμάνι, ντυμένος με φράκο και η Γιαννούλα περίμενε τον γαμπρό, ενώ ο κόσμος γύρω διασκέδαζε με την ψυχή του…
Στην Κομοτηνή, τα αρραβωνιασμένα ζευγάρια ανταλλάσσουν πεσκέσια, βρώσιμα είδη συνήθως, την Τσικνοπέμπτη καψαλίζουν και στέλνουν στα ταίρια τους μια κότα, που θα φαγωθεί την Κυριακή της Αποκριάς.
Στις Σέρρες ανάβουν αυτή τη μέρα φωτιές γύρω από τις οποίες γίνονται τα προξενιά, καθώς ανακατεύονται τα…κάρβουνα!
Τα έθιμα της Τσικνοπέμπτης δεν έχουν τέλος! Από τόπο σε τόπο, από χωριό σε χωριό, βρίσκουμε συνήθειες που οι καταβολές τους χάνονται στα βάθη του χρόνου, όμως κάποια βαθιά – γονιδιακή ή ιστορική μόνο; – ανάγκη επιβάλλει τη διαιώνισή τους.
Καλό τσίκνισμα!